Etymology of moron and idiot.
The word MORON (foolish, stupid, idiot) derives from the Latin morus, from the Greek μωρός (moros; fοοlish, stupid).
The word IDIOT (stupid, foolish, dull, moron, mentally dificient person) derives from the Latin idiota, from the Greek idiotis (person lacking professional skill, lit. private person used for ignorant person) from idios (one's own).
From the same roots: idiom, idiomorphic, idiopathy, idiosyncrasy etc.
In modern Greek
α) μωρός: stupid, foolish [moros]
β) μωρία: folly, stupidity [moria]
γ) μωρό: baby [moro]
δ) μωρολογία: nonsense, idle talk [morologia]
ε) μωραίνω: stupefy, drive mad [moreno]
στ) ιδίωμα: idiom [idioma]
ζ) ιδιωτεύω: retire into private life [idiotevo]
η) ιδιώτης: private individual, civilian [idiotis]
θ) ιδιωτικός: private, personal [idiotikos]
ι) ιδιόχρηστος: used by the owner himself [idohristos]
OED
OED2
_
Η λέξη MORON (μωρός, ηλίθιος, πνευματικά ελλειπής ) προέρχεται από το λατινικό morus, από το ελληνικό μωρός.
The word IDIOT (μωρός, ηλίθιος, ) προέρχεται από το λατινικό idiota, από το ελληνικό ιδιώτης, από το ίδιος.
_____________________________Post 32. ________________
The word MORON (foolish, stupid, idiot) derives from the Latin morus, from the Greek μωρός (moros; fοοlish, stupid).
The word IDIOT (stupid, foolish, dull, moron, mentally dificient person) derives from the Latin idiota, from the Greek idiotis (person lacking professional skill, lit. private person used for ignorant person) from idios (one's own).
From the same roots: idiom, idiomorphic, idiopathy, idiosyncrasy etc.
In modern Greek
α) μωρός: stupid, foolish [moros]
β) μωρία: folly, stupidity [moria]
γ) μωρό: baby [moro]
δ) μωρολογία: nonsense, idle talk [morologia]
ε) μωραίνω: stupefy, drive mad [moreno]
στ) ιδίωμα: idiom [idioma]
ζ) ιδιωτεύω: retire into private life [idiotevo]
η) ιδιώτης: private individual, civilian [idiotis]
θ) ιδιωτικός: private, personal [idiotikos]
ι) ιδιόχρηστος: used by the owner himself [idohristos]
OED
OED2
_
Η λέξη MORON (μωρός, ηλίθιος, πνευματικά ελλειπής ) προέρχεται από το λατινικό morus, από το ελληνικό μωρός.
The word IDIOT (μωρός, ηλίθιος, ) προέρχεται από το λατινικό idiota, από το ελληνικό ιδιώτης, από το ίδιος.
_____________________________Post 32. ________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου