Etymology of know
The verb KNOW derives from the old English verb cnawan (past tense cneow, pp. cnawen; old Germanic knoeanan) from the Latin gnoscere, which is relared to the Greek verb gignosco (to know; gnosis: knowledge).
From the same root:
knowledge, knowable, gnosis, gnostic, gnosticism, agnosticism.
In modern Greek:
gnosi: knowledge [γνώση]
gnorizo: I know [γνωρίζω]
OED
Το ρήμα KNOW προέρχεται από το παλίο Αγγλικό ρήμα cnawan (στα παλιά Γερμανικά knoeanan) που προέρχεται από το Λατινικό gnoscere, που και αυτό με τη σειρά του,το οποίο σχετίζεται με τα γιγνώσκειν, γνώση κλ.
The verb KNOW derives from the old English verb cnawan (past tense cneow, pp. cnawen; old Germanic knoeanan) from the Latin gnoscere, which is relared to the Greek verb gignosco (to know; gnosis: knowledge).
From the same root:
knowledge, knowable, gnosis, gnostic, gnosticism, agnosticism.
In modern Greek:
gnosi: knowledge [γνώση]
gnorizo: I know [γνωρίζω]
OED
Το ρήμα KNOW προέρχεται από το παλίο Αγγλικό ρήμα cnawan (στα παλιά Γερμανικά knoeanan) που προέρχεται από το Λατινικό gnoscere, που και αυτό με τη σειρά του,το οποίο σχετίζεται με τα γιγνώσκειν, γνώση κλ.